Το ούζο Πλωμαρίου

Παραδοσιακά το Ούζο Πλωμαρίου θεωρείται και είναι το καλύτερο. Όσα και να γραφτούν στο Plomari City θα είναι λίγα. Στο Πλωμάρι υπάρχουν οι τέσσερις παρακάτω ποτοποιίες : Ισίδωρου Αρβανίτη , Βαρβαγιάννη , Γιανατσή και Πιτσιλαδή. Στο Πλωμάρι εξακολουθούν να παράγουν το ούζο με τους παραδοσιακούς τρόπους. Το ούζο Αρβανίτη , γνωστό και ως ούζο Πλωμάρι και το ούζο Βαρβαγιάννη είναι τα πιο εμπορικά ούζα που παράγει το Πλωμάρι. Ξεχωρίζει το μουσείο ούζου του Βαρβαγιάννη κοντά στην παραλία του Αγίου Ισιδώρου όπου το επισκέπτονται χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο και είναι το πιο σημαντικό αξιοθέατο στο Πλωμάρι. Για το καλό ούζο και για να βγάλετε ασφαλή συμπεράσματα θα πρέπει να ρωτήσετε όσους πίνουν ούζο για χρόνια στα στέκια του Πλωμαρίου. Σύνδεσμοι – Links Το ούζο Πλωμαρίου στο Facebook. Μπορείτε να επισκευτείτε την ιστοσελίδα του ούζου Βαρβαγιάννη για περισσότερες πληροφορίες. www.barbayanni-ouzo.com . Ιστοσελίδα ανέβηκε και για το ούζο Αρβανίτη όπου και εκεί μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για την συγκεκριμένη ποτοποιεία www.ouzoplomari.gr .

Ο Μεζές
Οι καλύτεροι μεζέδες για ούζο είναι κυρίως τα θαλασσινά. Στα εστιατόρια στο Πλωμάρι μπορείτε να δοκιμάσετε απίστευτους μεζέδες όπως παστά και καπνιστά ψαρικά, χτένια, μύδια και κυδώνια επήσις πολύ νόστιμο είναι και το χταπόδι το οποίο σερβίρετε με διάφορους συνδυασμούς όπως κρασάτο, ξιδάτο, στα κάρβουνα ή με πατάτες στη κατσαρόλα. Τα καλαμάρια και οι σουπιές επίσης είναι πολύ καλές επιλογές για να συνοδεύσετε το ούζο σας. Το πιο σημαντικό είναι ότι όλα είναι φρέσκα και ντόπια και όχι κατεψυγμένα.

Γενικές πληροφορίες για το ούζο από το http://el.wikipedia.org

Η Ονομασία

Η προέλευση της ονομασίας του ούζου δεν είναι γνωστή με απόλυτη σιγουριά. Εικάζεται ότι η ονομασία προέρχεται από το εξής περιστατικό: Μία εταιρία εξήγαγε το ποτό στη Μασσαλία και στα κιβώτια της εξαγώγιμης παρτίδας αναγραφόταν η φράση “uso Massalia”, δηλαδή “προς χρήση στη Μασσαλία”. Για κάποιους λόγους η φράση αυτή έγινε συνώνυμη του καλής ποιότητας ούζου, και στη συνέχεια η λέξη “Μασσαλία” έφυγε και έμεινε η λέξη uso=ούζο που στο εξής χαρακτήριζε το ποτό. Η άποψη αυτή τείνει πλέον να εγκαταλειφθεί, καθώς δεν έχει επιστημονικό αλλά λαογραφικό χαρακτήρα. Εγκυρότερες πηγές δείχνουν ότι η λ. προέρχεται από το τουρκ. uzum, το οποίο σημαίνει “τσαμπί σταφύλι” και “αφέψημα από σταφίδες” (βλ. Sir G. Clauson, An Etymological Dictionary of Pre-Thirteenth Century Turkish, Oxford 1972, σελ. 288).

Η Ιστορία

Οι απαρχές της ιστορίας του ούζου είναι άγνωστες. Εικάζεται ότι το ποτό παραγόταν σε παρόμοια μορφή από την αρχαιότητα ακόμα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι ήδη ήταν γνωστό την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Κατά την Οθωμανική περίοδο το ούζο ήταν διαδεδομένο στις περιοχές της σημερινής Τουρκίας, αλλά και σε περιοχές της Μέσης Ανατολής. Η παραγωγή του ούζου αυξήθηκε και εξαπλώθηκε τοπικά στην Ελλάδα μετά την αναξαρτησία της χώρας από τους Οθωμανούς.

Η Παρασκευή

Το ούζο είναι μίγμα αιθυλικής αλκοόλης (οινοπνεύματος) νερού και διάφορων αρωματικών βοτάνων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται πάντα ο γλυκάνισος. Το ούζο, σε αντίθεση με το τσίπουρο, είναι συνήθως μόνο σε μικρό ποσοστό προϊόν απόσταξης σταφυλιών. Σύμφωνα με τη νομοθεσία το ποσοστό αυτό είναι τουλάχιστον 20%. Ωστόσο παράγονται και ούζα που είναι προϊόντα απόσταξης και σε μεγαλύτερα ποσοστά. Η απόσταξη γίνεται σε ειδικά αποστακτήρια (καζάνια), τα οποία είναι κατά προτίμηση φταγμένα από χαλκό. Μετά την ανάμειξη των συστατικών ακολουθεί το “βράσιμο” του μίγματος, περισσότερες από μία φορές. Το τελικό προϊόν έχει συνήθως ανάμεσα σε 40 και 50 αλκοολικούς βαθμούς. Το ούζο στην Ελλάδα Η ονομασία “ούζο” είναι από το 1989 κατοχυρωμένη ως ελληνική και το ποτό μπορεί να παράγεται και να ονομάζεται με αυτόν τον τρόπο μόνο στην Ελλάδα. Κάποιοι τόποι με μακροχρόνια παράδοση στην παρασκευή ούζου είναι η Λέσβος και ιδιαίτερα το Πλωμάρι, ο Τύρναβος και η Καλαμάτα. Το ποτό σήμερα καταναλώνεται σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Η Κατανάλωση

Το ούζο συνοδεύεται συνήθως από μεζέδες, όπως παστά, χταπόδι, σαλάτες κ.ά. Σερβίρεται σε μικρά ή λεπτά και ψηλά ποτήρια και προστίθεται στο ποτό δροσερό νερό ή/και πάγος. Μετά την προσθήκη νερού το ποτό εμφανίζει χαρακτηριστικό υπόλευκο χρώμα, που οφείλεται στο γλυκάνισο που περιέχει.